Τελικά μια μεγάλη και δαπανηρή μεταγραφή εγγυάται βελτιωμένα αποτελέσματα για την ομάδα που θα την κάνει πράξη; Η φρενίτιδα της μεταγραφικής περιόδου, ειδικά για την Premier League με το παράθυρο για την απόκτηση νέων παικτών να κλείνει σύντομα, αποτελεί τα τελευταία χρόνια αναπόσπαστο κομμάτι του λαμπερού πακέτου, για το πιθανότατα πιο διαφημισμένο ποδοσφαιρικό προϊόν της Ευρώπης και πιθανότατα και του κόσμου, αν εξαιρεθεί το Champions League. Στο παρακάτω κείμενο θα αναλύσουμε την αξία που έχουν οι νέες αφίξεις και αποχωρήσεις στις ομάδες, σχετικά με την μακροχρόνια πορεία τους σε επίπεδο ολόκληρης της σεζόν.

Ο μεταγραφικός πυρετός έχει αγγίξει δυσθεώρητα ύψη τις τελευταίες ώρες, αφού απομένει πλέον ένα ελάχιστο χρονικό διάστημα πριν οι ομάδες οριστικοποιήσουν τα ρόστερ των 25 παικτών τους για την Premier League, κάτι που εισήχθη ως κανόνας στo κορυφαίο αγγλικό πρωτάθλημα στις αρχές της σεζόν 10/11. Το παράθυρο των μεταγραφών ανοίγει την 1η Ιουλίου και παραμένει ανοιχτό μέχρι την 1η του Σεπτέμβρη. Μονο στον πρώτο μήνα των μεταγραφών, περισσότερες από 80 συμφωνίες έγιναν πραγματικότητα, από τις ελεύθερες μεταγραφές, μέχρι αυτές που  κόστισαν στις ομάδες εκατομμύρια λίρες.

Στη μάχη της να καταφέρει να επιβιώσει στην κατηγορία, η νεοφώτιστη Μπόρνμουθ που παίζει στα σαλόνια της Premier League για πρώτη φορά στην ιστορία της, ήταν μια από τις πιο ενεργές ομάδες της κατηγορίας, τουλάχιστον σε ότι αφορά τον αριθμό των νεοεισελθόντων παικτών, όμως όπως είναι προφανές τα φώτα των μεταγραφών πέφτουν σταθερά στις ομάδες που μάχονται για τον τίτλο και κάνουν τις εντυπωσιακότερες και τις ακριβότερες κινήσεις.

Το πάνω ράφι

Η Άρσεναλ που είναι πάντα φειδωλή στις μεταγραφές υπό τον Αρσέν Βενγκέρ, μέχρι στιγμής έχει αποκτήσει μονάχα τον Πετρ Τσεχ από τη μισητή Τσέλσι, μια κίνηση που πιθανότατα θα είναι επικερδής και για τις δυο πλευρές. Οι κανονιέρηδες όλα τα τελευταία χρόνια είχαν δυσκολία να βρουν μετά τον Λέμαν, έναν γκολκίπερ με πραγματικά παγκόσμια κλάση και ο Τσεχ παρά τα 33 του χρόνια αποτελεί έναν αναντίρρητα κορυφαίο κίπερ, κάτι που αποδείχθηκε περίτρανα στο πρόσφατο ματς κόντρα στη Λίβερπουλ, όταν και αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης της αναμέτρησης, κάνοντας απίστευτες και σωτήριες επεμβάσεις.

Φυσικά οι επιθετικοί παραμένουν οι αδιαμφισβήτητοι αστέρες της μεταγραφικής σεζόν. Σε μια συνηθισμένη μεταγραφική περίοδο, το μέσος κόστος άπόκτησης ενός επιθετικού είναι τρεις φορές υψηλότερο σε σχέση με έναν τερματοφύλακα ή αμυντικό. Η Σίτι πλήρωσε 49 εκατομμύρια λίρες για τον Στέρλινγκ που έφυγε από τη Λίβερπουλ, τη στιγμή που η Άρσεναλ δαπάνησε μόλις 10 για να εντάξει τον Τσεχ στο ρόστερ της, παρά μάλιστα το γεγονός πως ο Τσέχος αποτελεί έναν από τους πλέον επιδραστικούς παίκτες στην Premier League, όλα τα τελευταία χρόνια.

Ο κύριος στόχος μιας δαπανηρής μεταγραφής είναι προφανώς η ενίσχυση της ομάδας. Με δεδομένο πως υπάρχει ισχυρότερη σύνδεση μεταξύ των πόντων που κερδίζει η ομάδα στο πρωτάθλημα και των εβδομαδιαίων μισθών και της αξίας του ρόστερ της, θα φαίνονταν απολύτως λογική η σκέψη πως η αυξομείωση της αξίας του ρόστερ θα πήγαινε χέρι-χέρι, χωρίς μεταπτώσεις με μια αντίστοιχη επίπτωση στους πόντους που θα κερδίσει η ομάδα στο πρωτάθλημα.

Στην αρχική θεώρηση μετράει το καθαρό κέρδος ή χασούρα σε ότι αφορά την αξία του ρόστερ κατά τη διάρκεια της μεταγραφικής περιόδου. Οι μεγάλες μεταγραφές όπως αυτή του Στέρλινγκ γίνονται πρωτοσέλιδα, όμως όπως συνέβη στην περίπτωση ενός άλλου παίκτης της Λίβερπουλ, του Λουίς Σουάρες, τα χρήματα που κερδίζονται συχνά χρησιμοποιούνται για να αγοραστούν οι αντικαταστάτες του παίκτη που αποχωρεί.

Οι 75 εκατομμύρια λίρες που έφερε στα ταμεία η απόκτηση του Σουάρες από την Μπαρτσελόνα αποτέλεσαν τον κύριο όγκο των χρημάτων που κέρδισε η Λίβερπουλ από τις αποχωρήσεις τη σεζόν 14/15, όμως οι κόκκινοι στη συνέχεια δαπάνησαν 100 εκατομμύρια λίρες για να αποκτήσουν νέους ταλαντούχους παίκτες σε όλες τις θέσεις. Στόχος ήταν να βελτιώσουν την ισχύ και την ποιότητα της ομάδας τους συνολικά και να επιχειρήσουν με τον τρόπο αυτό να αντικαταστήσουν πλήρως τον κομβικό για τη λειτουργία της ομάδας μέχρι τότε, Σουάρες.

Πολλές μαζεμένες αποχωρήσεις μπορεί επίσης να αποδειχθούν ιδιαίτερα επιβλαβείς για την τύχη μιας ομάδας, εκτός από την πρόσφατη μείωση της αξίας του ρόστερ της, ειδικά σε τομείς όπως η άμυνα, εκεί όπου η οργάνωση και η εξοικείωση των παικτών με το τρόπο παιχνιδιού της ομάδας καθώς και τα επίπεδα συνεργασίας τους, είναι συχνά αποφασιστικής σημασίας και μάλιστα αυτά τα χαρακτηριστικά είναι απαραίτητα για τη σωστή ανασταλτική λειτουργία της ομάδας και όχι μονάχα και αποκλειστικά το ταλέντο και η ποιότητα των παικτών.

Επιπλέον το ποσό που πληρώνεται για έναν παίκτη μπορεί να αντανακλά και την προοπτική του σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα και όχι αποκλειστικά τις πιθανότητες  για άμεση συνεισφορά στη βελτίωση της ομάδας. Ο Τσεχ βρίσκεται στην ιδανική ηλικία για γκολκίπερ και έτσι η Άρσεναλ απέκτησε εμπειρία και ποιότητα μαζί, όμως για σχετικά βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.

Ο Στέρλινγκ που είναι μόλις 20 ετών,  έχει ακόμα δρόμο για να φτάσει στην κορύφωση και το ταβάνι για έναν στράικερ παγκόσμιας κλάσης, που συνήθως έρχεται στα 26-28 και συνεπώς έχει μακροχρόνια προοπτική για να βοηθήσει στη βελτίωση της Μάντσεστερ Σίτι σε ότι αφορά τη συνολική της ποιότητα. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος που η συγκεκριμένη μεταγραφή ήταν τόσο δαπανηρή. Επιπρόσθετα με τη Σίτι να διαθέτει μια από τις πιο μεγάλες σε ηλικίες ομάδα (από αυτές που διεκδικούν τον τίτλο) η επένδυση στον νεαρό Στέρλινγκ έμοιαζε για τους πολίτες η ιδανική κίνηση.

Πολλοί οι παράγοντες  που επηρεάζουν

Όλες οι μεταγραφές γίνονται πάντα υπό τις υψηλότερες προσδοκίες, όμως η επιτυχία δεν είναι πάντα εγγυημένη από το ταμπελάκι της τιμής που είναι αναρτημένο σε κάθε παίκτη. Πολλές μετριοπαθείς αγορές έχουν ιστορικά αποδειχθεί κελεπούρια με τον Αρσέν Βενγκέρ να είναι η μεγαλύτερη αυθεντία σε αυτόν τον τομέα, όλα τα τελευταία χρόνια, έχοντας καταφέρει με τεράστια συνέπεια να αγοράζει φθηνά και να πουλάει πολύ ακριβότερα.

Οι παίκτες χρειάζονται το χρόνο τους, ειδικά όταν απαιτείται να προσαρμοστούν σε ένα νέο πρωτάθλημα και ειδικά στο εξαιρετικά απαιτητικό σε πάρα πολλούς τομείς όπως η φυσική κατάσταση, της Premier Leauge, ενώ συχνά αρκετοί προέρχονται από την καλύτερή τους σεζόν, μια εξαιρετική αναλαμπή που δεν αντανακλά όμως τις πραγματικές τους δυνατότητες σε βάθος χρόνου. Ο Μάριο Μπαλοτέλι που κόστισε 16 εκατομμύρια λίρες, απέτυχε να εκμεταλλευτεί τις αρκετές ευκαιρίες που του έδωσε η Λίβερπουλ και επιστρέφει και πάλι στη Μίλαν ως άκρως αποτυχημένος στην Premier League.

Οι μεγάλες αντιθέσεις στην πορεία του Φελαϊνί και του Ντι Μαρία στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επίσης αντανακλούν το πόσο ρευστά μπορεί να είναι τα πράγματα μέσα σε μια μόλις σεζόν, ακόμα και για τις πιο δαπανηρές μεταγραφές, με τον Αργεντίνο να αποτυγχάνει να αφήσει το στίγμα του και μέσα σε μια σεζόν να φευγει για την Γαλλία και την Παρί.

Με βάση όλα τα παραπάνω, η διαπίστωση πως η αυξομείωση της αξίας σε λίρες ενός ρόστερ δεν αντανακλά πάντα και με ευθύ τρόπο την  αντίστοιχη πορεία της ομάδας στο πρωτάθλημα, τη συνολική της απόδοση και τους πόντους που θα κερδηθούν. Κι αυτό γιατί οι παράγοντες που επηρεάζουν την πορεία κάθε ομάδας μέσα σε 38 αγωνιστικές είναι πάρα πολλοί και η αξία της στο ποδοσφαιρικό χρηματιστήριο δεν αποτελεί πάντα τον πλέον αποφασιστικό για την τύχη της.

Μπορεί κανείς να  εξάγει στοιχηματική αξία μέσω της περιόδου των μεταγραφών;

Παρά το γεγονός πως η χρηματική αξία του ρόστερ συνεχίζει προφανώς να  αποτελεί μια σημαντική και αρκετά αξιόπιστη ένδειξη για το πόσο καλά θα κυλήσει η σεζόν για μια ομάδα, είναι σημαντικό να σκεφτεί κανείς πως όσες έχουν καταφέρει να  αυξήσουν την  αξία τους δαπανώντας χρήματα στις μεταγραφές, είναι ιδιαίτερα πιθανό να μην δουν αυτές τις κινήσεις να έχουν άμεσο αντίκτυπο στον αγωνιστικό χώρο. Κι αυτό γιατί υπάρχουν πάρα πολλές άλλοι παράμετροι, αλλά ακόμα και η τύχη που επηρεάζει όλες τις ομάδες και δυσκολεύει τον υπολογισμό των αποδόσεων για το ποια ομάδα θα κατακτήσει για παράδειγμα τον τίτλο της Premier League.

Κοντολογίς η αλλαγή στη χρηματική αξία της ομάδας δεν μπορεί να συνδεθεί ευθέως με την αλλαγή στην απόδοση κατά τη διάρκεια της σεζόν. Πολύ σημαντικό είναι για παράδειγμα το πως τα  πήγε τις αμέσως προηγούμενες σεζόν και κυρίως αν υπάρχει μια συνέπεια και μια συνέχεια στο πλάνο ανάπτυξης και βελτίωσης της ομάδας. Το τελευταίο όμως για τους μάνατζερς που έχουν μέσο χρόνο ζωής στον πάγκο των ομάδων της Premier League, έναν μόλις χρόνο, είναι  κάτι πραγματικά δύσκολο να συμβεί.

Προσπαθώντας κανείς να μαντέψει την επίδραση των μεταγραφών στις ομάδες, μπορεί να αντιδράσει υπερβολικά θετικά ή αρνητικά στον αντίκτυπο που θα έχουν αυτές οι αλλαγές, κάτι που κάνει την πρόβλεψη των αποδόσεων για τις περισσότερες στοιχηματικές αγορές. Για το λόγο αυτό είναι καλύτερο κανείς να αγνοήσει τις προσθήκες και τις αλλαγές μέχρι να έχει χειροπιαστά πειστήρια από τον αγωνιστικό χώρο για την βελτίωση ή τη χειροτέρευση της απόδοσης της κάθε ομάδας.

Οι σύλλογοι χτίζονται  και εξελίσσονται πάντα σταδιακά, ακόμα και αυτοί στους οποίους γίνονται γενναίες… ενέσεις μετρητών. Η Μάντσεστερ Σίτι χρειάστηκε 4 χρόνια αδιάκοπων δαπανηρότατων επενδύσεων για να κατακτήσει τον τίτλο το τελευταίο κυριολεκτικά λεπτό τη σεζόν 11/12 και αυτό αποτελεί ένα εξαιρετικό παράδειγμα προς… γνώση και συμμόρφωση.

Comments are closed.

Post Navigation